Η άκρα χείρα ή αλλιώς το χέρι , είναι ένα σύνθετο ανατομικό αριστούργημα που είναι υπεύθυνο για τη σύλληψη αντικειμένων αλλά και την ομαλή επιβίωση.
Αποτελείται από οστά, τένοντες, μύες αλλά και νευραγγειακά στοιχεία. Λόγω της ασταμάτητης χρήσης του στην καθημερινότητα μας ,δύναται να υποστεί τραυματισμούς ή εκφυλιστικές αλλοιώσεις.
Τραυματισμοί είναι συνήθως οι διατομές των τενόντων και τα κατάγματα ενώ οι εκφυλιστικές αλλοιώσεις είναι διάφορες στενωτικές τενοντοπάθειες αλλά και παγιδεύσεις νεύρων.
Εκτεινασσόμενος δάκτυλος είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία ο τένοντας που προκαλεί κάμψη στο δάκτυλο του χεριού μας , προκαλεί πόνο κατά τις κινήσεις αλλά και μπλοκάρισμα , με το δάκτυλο να μένει σε μια θέση κάμψης.
Αυτό γίνεται διότι η θήκη ( έλυτρο ) αλλά και ο τένοντας , ερεθίζονται και φλεγμαίνουν , κάνοντας το χώρο διέλευσης στενότερο απ’ ότι φυσιολογικά προκαλώντας τριβή στον διερχόμενο τένοντα. Επίσης , επί του τένοντα μπορεί να δημιουργηθεί μικροσκοπικό οζίδιο προκαλώντας μπλοκάρισμα στη διέλευση αυτού κατά τις κινήσεις.
Έχει άγνωστη αιτιολογία και εμφανίζεται συνήθως στις γυναίκες σε ηλικίες μεταξύ 40 -60 ετών. Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται ο σακχαρώδης διαβήτης και οι ρευματικές παθήσεις.
Η θεραπεία του είναι κατά κανόνα χειρουργική και αποσκοπεί στη διάνοιξη του συνδέσμου που προκαλεί στένωση στον τένοντα και απελευθέρωσή του. Γίνεται στο χειρουργείο υπό τοπική αναισθησία. Ο ασθενής πηγαίνει στο σπίτι του την ίδια ημέρα και από την επόμενη αρχίζει να κουνά το δάκτυλό του . Η ανακούφιση είναι άμεση και η αποκατάσταση ταχύτατη.
Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει αντιφλεγμονώδη φάρμακα, ανάπαυση και ακινητοποίηση. Ενίοτε γίνεται έγχυση κορτιζόνης γύρω από τον τένοντα με ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Υπάρχουν και άλλες συναφείς καταστάσεις που λέγονται στενωτικές τενοντοελυτρίτιδες. Μια από αυτές είναι και η De Quervain που λαμβάνει χώρα στην έξω επιφάνεια του καρπού. Αφορά τη δύσκολη ολίσθηση δυο τενόντων που κινούν τον αντίχειρα. Η θεραπευτική προσέγγιση είναι όμοια σχεδόν με του εκτεινασσόμενου δακτύλου.
Στην περιοχή του καρπού και συγκεκριμένα στη βάση του αντίχειρα διέρχεται ένα ζεύγος τενόντων το οποίο περιβάλεται από μια θήκη ( έλυτρο ).
Φλεγμονή στην περιοχή αυτή από διάφορα αίτια έχει ως αποτέλεσμα την τριβή των τενόντων μέσα στο έλυτρο δημιουργώντας πόνο κατά τις κινήσεις του αντίχειρα αλλά και κατά την ισχυρή σύλληψη αντικειμένων.
Συνήθη αίτια είναι η υπέρχρηση αλλά και ρευματικές παθήσεις.
Ο ορθοπαιδικός μέσα από ειδικές δοκιμασίες θα θέσει τη διάγνωση δίχως τη βοήθεια απεικονιστικών μέσων.
Η θεραπεία αρχικά είναι συντηρητική με τη βοήθεια νάρθηκα και αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Επί αποτυχίας αυτών , τη λύση θα δώσει η χειρουργική επέμβαση.
Γίνεται με τοπική αναισθησία , σε συνθήκες χειρουργείου και με μια μικρή τομή γίνεται διάνοιξη του στενωτικού ιστού που προκαλεί το πρόβλημα.
Το αποτέλεσμα είναι άμεσο και η αποκατάσταση ταχύτατη.
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μια πάθηση στην περιοχή του καρπού.
Αφορά ένα νεύρο – το μέσο νεύρο – το οποίο στην περιοχή του καρπού πιέζεται από κάποιο ανατομικό στοιχείο γύρω του και προκαλεί στον ασθενή αιμωδία ( μούδιασμα ) στα δάκτυλα.
Έχει αναφερθεί οτι παρουσιάζεται κυρίως σε χειρονάκτες αλλά πρόσφατες μελέτες αποδεικνύουν το αντίθετο.
Εμφανίζεται σε ηλικίες από 25-65 με μεγαλύτερη αναλογία στις γυναίκες. Επίσης μπορεί να εμφανιστεί και κατά την κύηση όπου είναι μια παροδική κατάσταση λόγω οιδήματος.
Στη συντριπτική του πλειοψηφία είναι ιδιοπαθές – δηλαδή χωρίς κάποια συγκεκριμένη αιτία.
Άλλες αιτίες πολύ λιγότερο συχνές είναι το κάταγμα της κερκίδας ( άμεση πίεση του νεύρου από οστούν ή αιμάτωμα, όγκοι στην περιοχή του καρπού ).
Πρέπει να σημειωθεί ότι το μούδιασμα στα δάκτυλα πρέπει να διερευνηθεί διεξοδικά από τον ορθοπαιδικό με λεπτομερή κλινική εξέταση που περιλαμβάνει ιστορικό και σωστές δοκιμασίες ώστε να αποκλείσει κάποιο νευρολογικό νόσημα που παρουσιάζεται με αυτήν την εικόνα.
Τα συμπτώματα είναι μούδιασμα στα δάκτυλα όπως ο αντίχειρας, ο δείκτης , ο μέσος και ο μισός παράμεσος. Ο ασθενής αναφέρει νυκτερινή αιμωδία ( μούδιασμα ) και αναγκάζεται να βγάλει το χέρι έξω από τα σκεπάσματα.
Η θεραπεία του είναι συντηρητική και χειρουργική. Σε πολύ πρώϊμο στάδιο , ένας νάρθηκας ενδέχεται να δώσει μια ανακούφιση στον ασθενή. Σε προχωρημένο στάδιο τη λύση δίνει μόνο η χειρουργική επέμβαση. Με τοπική αναισθησία γίνεται μια μικρή τομή στον καρπό και αποσυμπιέζεται το παγιδευμένο νεύρο. Γίνεται συρραφή του τραύματος και ο ασθενής προφυλάσσει το χειρουργημένο χέρι για 10 ημέρες περίπου.
Δεν πρέπει κανείς να φτάνει στο τελικό στάδιο αυτού του συνδρόμου διότι παρουσιάζεται μυϊκή ατροφία σε μύες του χεριού κάνοντας την αποκατάσταση μακροχρόνια και αμφίβολη.